|
англосаксонский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово англосаксонский? — αγγλοσαξονικός как с (ново)греческого переводится слово αγγλοσαξονικός? — англосаксонский — αορίστως — κρεββατώνομαι — ψήκτρα — ξώσαρκος — φύργανο — περικοσμώ — θερμόαιμος — άστρινος — φουρνιστός — καταχώνιασμα — χαμηλόβαθμος — συλλυπούμαι — σούστα — δασολογίκή — μαρκαδοράκι — ξαλαφρώνω — ανεξιχνίαστος — πενταπλασιασμός — διάδικος — φορτικότητα — παλαβώνω |
|||