|
ο клизма (сосуд) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клизма? — κλυστήρας как с (ново)греческого переводится слово κλυστήρας? — клизма — συγκόλλημα — ρυμοτομώ — ακμή — τρέπομαι — ελεγκτής — ρούφουλας — ξέχειλος — ψύχομαι — αλκαλικός — βαφή — υδρολήπτης — ξεσκάζω — γάργαρος — χαλκοφόρος — μάγευμα — ανιστόρητος — φλεμόνι — γωνία — ζυθοπότης — συγγραφή — απεριτείχιστος |
|||