|
мед. покрываться струпьями #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрываться струпьями? — εσχαρώνομαι как с (ново)греческого переводится слово εσχαρώνομαι? — покрываться струпьями — ομότεχνος — βουλνμιώδης — λογιότητα — απογαλάκτιση — απροσωπόληπτος — συνημμένος — εβδομηκοντοετία — ταχυπαλμία — τσουλώ — ασπασμός — ποντικίνα — τριολέτο — επιπλάττω — — ανεπούλωτος — χαλάρωμα — γιός — διαφέντευμα — γοητεύω — κοιτάζομαι — ομοιογενοποίηση |
|||