|
η колчан #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово колчан? — βελοθήκη как с (ново)греческого переводится слово βελοθήκη? — колчан — ανθρωπότη — σγουραίνω — γούβαθος — χρωματίζω — ταλαιπωρώ — βούτημα — ανάερος — αντικειμενικότητα — ασυγκέντρωτος — προσύλληψη — κουφόβραση — κουβαλώ — μωρό — σκεπαστός — αναχωρητής — μακρινάρι — ισογώνιος — αλλαγμένος — φαλιρώ — λιθοβόλημα — σατανιστής |
|||