|
хим. углеводный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово углеводный? — υδατανθρακούχος как с (ново)греческого переводится слово υδατανθρακούχος? — углеводный — αποκοιμούμαι — επασχόληση — επινεύω — φλεκτήρας — νταντής — κοινωνίστρια — Μαύρος — βιβλιοδετικά — χειροτέχνιδα — εμπίμπρημι — λιποθυμικός — τραυματιοφορεας — οξύληκτος — διαπεραστός — παπαρδέλα — λαχανάς — βατεύω — κατακαημένος — αγρότης — σπανακόπιτα — δέρνω |
|||