|
η бот. ясень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ясень? — μελία как с (ново)греческого переводится слово μελία? — ясень — αντίποδες — τραβιουμαι — σφετερισμός — θλιμμένος — σαντακρούτα — αποθάρρυνση — βρογχιτικός — παρεκτός — χειροκίνητος — οξύαυλος — ξέσπασμα — ξεπεταγμένος — κοντήτερα — τυφλώττω — ενδοφλεβίτις — ολονύκτιος — φιλοδωρία — μετεμψυχώνομαι — αρπακτικό — υλοτόμηση — αποσφουγγίζω |
|||