|
τα гири; μέτρα και ~ — меры веса; === έχει δύο μέτρα καί δύο ~ — [phrase]он подходит к одному и тому же с двумя разными мерками[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гири? — σταθμά как с (ново)греческого переводится слово σταθμά? — гири — βασανίτης — γαλακτοκόμος — πεντανόστιμος — μαχητικός — αμυγδαλές — μετάζωα — κακοπαντρεύομαι — ανέργαστος — τσουκνίδα — επικουρώ — επιδαπέδιος — μαργαρινικός — εντυπωτισμός — συνταρακτικός — Περουβιανή — υποδαυλίζω — γλιγούδι — σπαθώδης — αντιπυροβολισμός — τερματάκι — φρόχειλο |
|||