|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καυχησιά? — — λιζάρι — διοικών — μελανιάζω — στομάχι — υπόδεση — εκτείνω — σαιξπηριστής — κλέπτω — εξαθλιωμένος — ναυμαχία — σαρκώνω — έγγραφο — οκλαδόν — γιαχνιστός — ποκάρι — κλαρωτός — καταστάλαγμα — απλοποίηση — όσιος — παρεπίδημος — απειρομεγέθως |
|||