Новогреческий словарь
σιτοδεία
σιτοδεία
η
голод
(из-за неурожая и т. я.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
голод
? —
σιτοδεία
как с
(ново)греческого
переводится слово
σιτοδεία
? — голод
#
(ново)греческий словарь
—
Μητρώον
—
πισινός
—
σαφρακιασμένος
—
προπάππος
—
μαξιμαλιστής
—
επασχολώ
—
γεηρός
—
γυναίκήσιος
—
αγοροκόριτσο
—
σκλαβοπάζαρο
—
λιόξανθος
—
δυσδιοίκητος
—
ευγονία
—
μαρμαρόστρωτος
—
σάλαγος
—
φετίς
—
αδιατρύπητος
—
αντιζύγιασμα
—
μνά
—
χωρομέτρηση
—
πετρελαιόπισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве