|
η голод (из-за неурожая и т. я.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово голод? — σιτοδεία как с (ново)греческого переводится слово σιτοδεία? — голод — ανθολόγιο — φυτεύσιμος — ζητιανειά — βοήθειο — κρημνίζομαι — αρκτικός — μεταφραστέος — πaτρόνα — αντίπραξη — αποζευγώ — γαστρικός — περίδακρυς — γραπατσώνω — γρουσουζάνθρωπος — αναποδιά — πισινούλης — καφετής — φοβιτσιάρης — αγρότης — εφιστώμαι — ακοκκίνιγος |
|||