Новогреческий словарь
αρχειονομία
αρχειονομία
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρχειονομία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λησμονάω
—
παραβαράω
—
πενηντάρικο
—
Ακριβή
—
γαρμπίλι
—
τρίποδο
—
πλεονέχτης
—
εξημερώνω
—
αποφαλάκρωση
—
μετρήσιμος
—
αποστρατιωτικοποιώ
—
λαγαρός
—
τρελοπαρέα
—
απορρεύστωση
—
αστιγμόμετρο
—
σταυρώνω
—
κοπιαστικός
—
εγωϊστής
—
καρδιοκτύπι
—
σκορδόξιδο
—
ραχιτισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω