ταχυπορώ

формы словаβ
ταχυπορώ



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ταχυπορώ? —


αυτοδίδακτοςερημίτηςευκατάστατοςιχθυολόγοςμυζηθρόπιτταπολυτίμωςπαλλαϊκάευεπίφοροςανακλαδούμαιμεγαθήριοανατομικώςαφάρμακοςεντομοκτόνοςδιαθρύπτωανάκλισηκαμέραμανπλαστογράφημαακλόνητοςπολεμιστήςποντιφικόςυποδαυλισμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit