δυναμογεννήτρια

формы словаβ
δυναμογεννήτρια



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово δυναμογεννήτρια? —


νεοσύστατοςολόθυμοςπατρότητααλαφρόγιομοςφιλέάλουτροςσκληροκαρδίαεπιγραφοποιίαβίαοςαντικρύάρμαγεράκιάνετοςχελογίβαροχτικιάρικαψιλόβροχοάσχετοςρυμουλκατζήςευοδώνωεμπυούμαιμονάρχιδος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit