|
ο (ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών) ООН #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ООН? — ΟΗΕ как с (ново)греческого переводится слово ΟΗΕ? — ООН — πίπιζα — υδρόλυση — δόμος — ευθυγραμμία — γλωσσογονία — μαγκούφα — μαρτυρώ — υπαιτιότητα — μυρεψός — ολοτρίγυρα — αποχεριού — διερώτησις — αδιαπαιδαγώγητος — ετερόχειρ — κατακλίνομαι — ασυμπίεστος — αργοσβήνω — ραγκού — τραχειίτις — αξύπαστος — κυάνιο |
|||