|
το следствие; результат; αίτιον και ~ — причина и следствие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово следствие? — αιτιατόν как на (ново)греческом будет слово результат? — αιτιατόν как с (ново)греческого переводится слово αιτιατόν? — следствие, результат — αραχιθέλαιον — συνεισήγηση — σπαθοφόρος — συντόμευση — λοκόφως — μετοίκηση — λαχανής — δραχμούλα — σκουριάζω — αλκάλιο — αφώναχτος — τριήμερο — αμυγδαλόπιττα — ηγετικός — βύζαγμα — γυμνασιάρχης — πηλοπλαστικός — αντιμισθία — πτέρνα — γουστάρω — σκοτεινιάζω |
|||