|
восемнадцатикратный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восемнадцатикратный? — δεκαοκταπλάσιος как с (ново)греческого переводится слово δεκαοκταπλάσιος? — восемнадцатикратный — δένδρωση — μύαξ — νενέ — μωρούδισμα — αυτοχειροτόνητος — ξενιτιά — σύσσωμος — διακονόθρεμμα — ευλογιάζω — αλευροποιείον — ιστιόπανον — δημοκρατία — ωκεανογραφικός — μετεκπαιδεύομαι — στενοχωριούμαι — εξωγκωμένος — αυτοκυβερνώμαι — χάσκημα — φοβητσιάρικος — φλόγωση — οπληφόρα |
|||