|
ο погонщик верблюдов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово погонщик верблюдов? — καμηλιέρης как с (ново)греческого переводится слово καμηλιέρης? — погонщик верблюдов — χιονοστρόβιλος — εξάτομος — φλουδερός — σαχλαμάρας — ραΐζω — βυζαρού — ημίγυμνος — βάναυσα — Άτλας — μαλλιάζω — παρόδιος — διπλοκακορροίζικος — λελογισμένως — κακοκάρδισμα — χαροπός — καννάβι — δευτέρι — σκρόφα — αλλοτριωμένος — στέναγμα — μονοβασικός |
|||