|
давно #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово давно? — αποπολλής как с (ново)греческого переводится слово αποπολλής? — давно — προστατεύομαι — βραχύκαννος — ευθύδρομος — εκάην — συγχρονισμός — λωβιάρης — εμποροδίκης — αρχιμάγειρας — σανδαλοποιός — περίτρομος — βουρλαίνω — εμπιστοσύνη — εργάτης — εξάσκηση — αεροΰφαντος — πρόσκαιρος — ασημοκουδουνάτος — στερεύομαι — αισθητικότητα — μουτζώνω — φρονιμεύω |
|||