|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οδυνηρά? — — σφραγίδα — πειράζομαι — επάναγκες — ανασηκώνομαι — λιμπρέττο — βολεμένος — αναχωρητισμός — φοιτητριούλα — υψίπεδο — ξορκιστής — ανθοδεσία — παράκαιρος — αποξύω — αναδιοργανωμένος — γερμανοθρεμμένος — λεπτότεχνος — βραχύχρονος — κηπάριο — στενορρύμι — απορροφήσιμος — εξαπάτηση |
|||