|
ο морской узел #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово морской узел? — ακρόδεσμος как с (ново)греческого переводится слово ακρόδεσμος? — морской узел — αλανιάζω — υπέσχον — σκληροδερμία — εκατοχρονίτισσα — αμαχητί — πρυμνοδετώ — παθολόγος — ψαρευτική — μοριακός — σόττος — κακώς — επιμεταλλωτικός — ανακαλητό — διάπλατα — αυτοεξευτελισμός — μοσχοκαρφιά — πραγματοποιούμαι — Βενετσιάνα — αρρίζωτος — πολυώνυμο — ράφτρα |
|||