|
η галстук #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово галстук? — κραβάτα как с (ново)греческого переводится слово κραβάτα? — галстук — αμβλύωπας — ωόπλασμα — βιταμίνη — αξημέρωτα — ξάνοιγμα — θρεψερός — υπομνηματίζω — φουξίνη — πούδρα — αφεντάνθρωπος — προδιάσκεψη — εδέτσι — υπνολαλίο — συγχρονισμός — φαινακετίνη — χωνί — αναπαλαίωση — αλεπουδίτσα — περικαψύλιο — τεχνίτης — βέρος |
|||