|
фильтроваться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фильтроваться? — διηθουμαι как с (ново)греческого переводится слово διηθουμαι? — фильтроваться — άρχοντας — πρόνοια — ξεβιδώνω — ατσίγαρος — αποσελλώνω — αντασπάζομαι — μαυρισμένος — λιγωμάρα — διαθρύληση — παρεκτρέπω — έντερο — σημαιούλα — βατσινάρω — πρεπόντως — αστόλιστος — φορτικότητα — περιοδεύω — οικόσημο — αρχαιοσυλλέκτης — καρδιογραφικός — αρρενογονικός |
|||