|
η уст. разведение крупного рогатого скота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разведение крупного рогатого скота? — βουτροφία как с (ново)греческого переводится слово βουτροφία? — разведение крупного рогатого скота — μονοτυπικός — εμμέθοδος — αναμαρμαρώνω — αντεγκληματώ — ρουθουνίζω — γοδέρω — επακολουθώ — ιδιωτικός — υννί — κάλτσα — ένεκα — καταβιβρώσκω — εμφύσημα — ελευθεροφροσύνη — ξεκαβαλικεύω — συγκατακλίνω — κροταφιακός — αναλογώ — φαυλόβιος — πεντακοσάρα — σωματομετρία |
|||