|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανεξόφλητα? — — ομολογιακός — φίσα — πολιορκούμαι — στεκάμενος — βοηθός — μπουρνούζι — μασημένος — αναθαρρεύω — χαλκοπλαστική — ναρκισσισμός — κυματοθραύστης — νομοθέτηση — σκουριά — θαρραλεότητα — τυφογενής — ημιπαράφρων — φυλακίζομαι — μενεξεδύ — ιστιοφορώ — τούλινος — νερουλιάρης |
|||