|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ορθοποδίζω? — — ζαχαροποιείο — κουτουλώ — υδρογονικός — μισόγυμνος — δεκτός — καμίνι — ξηραντήριο — υπόγειο — φτουρώ — λυσσώδης — ξεχώνομαι — ωδικός — γαϊδούρης — αγκαθάρα — χωρίζω — ψηφιδοθέτηση — εκείνος — εξάστιχος — δέψα — σκολοπίζω — ηλιοπληξία |
|||