|
ο бот. фототропизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фототропизм? — φωτοτροπισμός как с (ново)греческого переводится слово φωτοτροπισμός? — фототропизм — αναρμόδιος — χρονιάρικος — στέφανος — αμεσολάβητος — φιλόγυνος — φιλοτιμούμαι — ασυνομολόγητος — υπόηχος — δενδρόκαρπος — φουντώνω — χρονοφωτογραφία — φτηνομάγαζο — σωτηριος — τσιμπολόγημα — πρακτικό — διερμηνευτής — κεντρώνω — ψωμοζήτημα — ακρωτηρίαση — ιρανικός — πολυκτήμων |
|||