|
ο нунций #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нунций? — νούντσιος как с (ново)греческого переводится слово νούντσιος? — нунций — δοντωτός — ατύλιγος — μαρμελάδα — αποδεκάτισμα — ανάκλημα — ζερβοχέρης — αποκρυπτογράφησις — ευποιδευσία — ονηλάτης — αρχαιολογία — πεπονάκι — αρταποθήκη — προαποβιώ — προμήτωρ — φόμπ — πέπρωται — διάστιξη — παινεύω — μυτοτσίμπιδο — πεντικιούρ — αντισχέδιο |
|||