|
ο ликвидатор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ликвидатор? — εκκαθαριστής как с (ново)греческого переводится слово εκκαθαριστής? — ликвидатор — υποσκαπτικός — άρρηχτος — βουρβουλω — σαδίστρια — αψώνω — κλιβανέας — αυτοσχεδίαστος — αναπηνιστήριον — κενός — σανίδωση — ημίταγμα — Αλγερίνα — καταχειροκροτούμαι — εγκεφαλικά — καννιβαλισμός — δωδεκάωρο — λαθροχειρίζω — συνδιαλλάσσομαι — ξεχείλωμα — παλίρροια — ευκοιλιότητα |
|||