|
το замороженный судак (о вялом, неинтересном человеке) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово замороженный судак? — κρυόμπλαστρο как с (ново)греческого переводится слово κρυόμπλαστρο? — замороженный судак — πονήρευμα — αποζητώ — συνεργάτιδα — ακοίμητος — συλλέκτης — βραχώδης — επιχειρηματικός — γλιτζιάζω — τσαγιέρα — έγχρους — πειναλέος — αυτοδημιούργητος — μονοθυγατέρα — πικρογέλαστος — τράπουλα — κομπορραχιά — ξιπασμένος — ακτοπλοϊκός — δασκαλίτσα — υπομνηματισμός — ποικιλόχρωμος |
|||