συντροφία

формы словаβ
συντροφία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συντροφία? —


διοργονωτικόςλυπησιάρηςαυτοκράτοραςλαναριστήριονδιαβολεμένοςαρτύζωφορόσημοανοπόδοτοςεμπειριοκριτικισμόςπαραμυθολογώπαραβολοειδήςσύναπαντώσυμφόρησηνεογνολογίαδιαμοχλεύωστοιχειομετρίαξαναέρχομαιλούμπενταχυκαρδίατεμπέλαροςαλχημιστικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit