|
η церк. пост; η μεγάλη ~ — великий пост #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пост? — σαρακοστή как с (ново)греческого переводится слово σαρακοστή? — пост — ψύχρανση — μοτόρι — ψυχοδραματικός — πολυτέλεια — βασκανθήρα — κοφτή — αμυλάση — φιλολογω — βώπα — θεουργός — χάχανο — προστρέχω — μισγάγκεια — σφουγγαρόπαννο — ματαράς — ορφανοτροφείο — βεβηλωτής — μοιρασιά — νυχτοστρατοκόπος — δεματιάρης — Άμμων |
|||