Новогреческий словарь
λαρυγγοπάθεια
λαρυγγοπάθεια
η мед.
ларингит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ларингит
? —
λαρυγγοπάθεια
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαρυγγοπάθεια
? — ларингит
#
(ново)греческий словарь
—
αντρούλης
—
τριγωνίζω
—
σιταρόψειρα
—
αυτοτιμωρούμαι
—
αρμάθιασμα
—
αντιπροσωπευτικά
—
σαβάνα
—
σπαργάνωσις
—
βούρτσα
—
αιθέρινος
—
εννοιολογικός
—
ευάερος
—
πείσιος
—
ακατάληπτος
—
εύδαιμονώ
—
διαβεβαιώ
—
ξετυλίζω
—
ασυμπόνετος
—
κανονάρχος
—
Οψίκιον
—
τηλεγραφώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,