|
ο любитель «узо» #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово любитель «узо»? — ουζοπότης как с (ново)греческого переводится слово ουζοπότης? — любитель «узо» — στάγδην — ιδανικός — σταρένιος — σατιρικός — γνεθολογώ — περίθαλψη — κακολογώ — στρούγκος — βρωμόγρια — οπισθενεργητικός — εχιδνώδης — μαυροτσούκαλο — γυμνοπόδαρος — στρατοκρατία — εζεύχθην — θολούρα — πεντάλεπτος — εντροπή — κονδολομάχαιρο — ελευθεροτυπία — ελικοτομίς |
|||