|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πρύμνηθεν? — — γλίτζα — αλληλεγγυότητα — αφεντάδικος — προσεπικυρώνω — ακολάτσιστος — γαζέπι — χοντρο- — φεγγαράκι — παλαιοημερολογίτισσα — συστοιχία — φουστανέλλα — υπηρέτρια — τράπουλα — εκτοκύκλιο — πολυμορφοπύρηνο — φουσκότσιχλα — μουντζούρα — παρασκηνιακός — διαιρέτης — ελβετικός — γλυκοκελαηδούσσα |
|||