|
ο статуя, памятник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово статуя? — ανδριάς как на (ново)греческом будет слово памятник? — ανδριάς как с (ново)греческого переводится слово ανδριάς? — статуя, памятник — διακριτικός — ανιών — βρίζομαι — υποχωρητικότητα — σαφήνεια — ανικανότητα — γυρίστρα — χαρτονοποιός — σταυροθολοκτισμένος — στάχι — καταμετρητός — δωσίδικος — υποδιάπλαση — αντέφεσις — σκιοφιλία — βούρλα — μεϊντάνι — άφευκτος — ευθύγραμμος — κοκκώδης — πρόθημα |
|||