|
η косогор, склон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово косогор? — βουνοπλαγιά как на (ново)греческом будет слово склон? — βουνοπλαγιά как с (ново)греческого переводится слово βουνοπλαγιά? — косогор, склон — κομπολογάς — ζωντοχήρος — αξάδερφος — ακατάσβεστος — αναιμάκτως — κατακυρωτικός — καπνάς — χονδρομέταξα — συμμερίζομαι — ακόντευτος — ντροπιάζω — πιστοποιώ — αγόγγυστος — μάργαρο — ρωσιστί — παραξαπλώνω — σφυριξιά — τέλος — κρύπτη — αναφούφουλος — κολίτις |
|||