Новогреческий словарь
βαμβακού
βαμβακού
η
тёплое женское бельё
(для старух)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тёплое женское бельё
? —
βαμβακού
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαμβακού
? — тёплое женское бельё
#
(ново)греческий словарь
—
μελισσόχορτο
—
λογοκοπία
—
γαϊδουριάρης
—
κλοσσοφωλιά
—
προσκεφάλαιον
—
τηλεπαθητικός
—
πολυθεΐα
—
κεντρισμός
—
σοβώ
—
ανθηρότητα
—
κουτριά
—
απώλεια
—
τριετία
—
άποψη
—
αφεντογυναίκα
—
μονομηνιάτικα
—
εικασμός
—
συναγωνίζομαι
—
γκοριτσιά
—
ξεπροβοδίζω
—
παραστέκω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве