Новогреческий словарь
αναθρεπτήρας
αναθρεπτήρας
ο
кормушка
(для цыплят и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кормушка
? —
αναθρεπτήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναθρεπτήρας
? — кормушка
#
(ново)греческий словарь
—
καλοδιοικούμενος
—
αναμόχλευμα
—
κοσμία
—
κανονάρχος
—
ρινηλάτης
—
ευνουχιστής
—
αγλαΐζω
—
σκυλίτσα
—
ενενήντα
—
μεταλαμπάδευση
—
παίκτης
—
Μαργαρίτα
—
βρωμόγρια
—
επίπεδες
—
δεκαρολογία
—
ραφιναρισμένος
—
λινόδετος
—
λούγκρα
—
θερσίτειος
—
ριζόκαστρο
—
εξομολογητήριον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,