πινακίδιο

формы словаβ
πινακίδιο
το дощечка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово дощечка? — πινακίδιο
как с (ново)греческого переводится слово πινακίδιο? — дощечка


εμψυχωμένοςνομισματοκοπείοεικοσόφραγκοπωρώνωτόποςδιπλοβαρήςερευνώέκφανσηαπονωρίςγιουχάρωακαλαίσθητααπολείπομαιτριχόπτωσηαειφορίακαταπτύωκηπουρικήγανώνωοίδημακαρκαδιάζωσόςμαλαγανιά




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit