|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιστιόπανο? — — Σίβυλλα — παράβλαστο — σκόρπια — μελιγγούνι — διατριβογράφος — πενταμελής — συντελούμαι — απαγορευμένος — απομυξίζομαι — φλοίσβισμα — δήμευση — τρώκτης — μπάρρα — μεγαλοϊδεάτικος — πατατιά — αβόσκητος — σταχυολογώ — αφιλοκερδής — θύρσος — αρπαξιά — αναδιπλασιάζω |
|||