|
незаконченный, незавершённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незаконченный? — ασυντέλεστος как на (ново)греческом будет слово незавершённый? — ασυντέλεστος как с (ново)греческого переводится слово ασυντέλεστος? — незаконченный, незавершённый — απολισθαίνω — ρικνός — διψερός — μποσικάδα — συμμετρικά — πρωτοβάζω — περιορίσιμος — βωλογύρνω — τερπνότητα — στρατός — κατέβασμα — παρατώ — ψηφώ — σπουδαιολόγημα — αϋφαντάκος — επιγαστροκήλη — αρπακτικός — τιμωρητέας — συναρμολογώ — παραγωγικά — πέντε |
|||