τρελαμένος

формы словаβ
τρελαμένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово τρελαμένος? —


εκπλειστηριαστήςπαρόραμακαλύπτραλεβίθαφύλλοφουμισμένοςφορούσιάντλησηενδεκαετήςροδόχρουςθεατρικογράφοςεκπλυσηρασιοναλισμόςεγκαρτερρώεπαγρυπνώαγγειορραγίααπρόσκοφτοςαπογυριάσκοταδίστριααμαγείρευτοςασβέστης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit