|
ο выскочка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выскочка? — τυχάρπαστος как с (ново)греческого переводится слово τυχάρπαστος? — выскочка — τραμπαλίζομαι — αξιοποιήσιμος — τήκω — εξοφλήσιμος — καλένδαι — γλυκοχαράζει — άχρωμος — αφούντωτος — παρθενικός — τηλοψία — ξεμουρλαίνω — τσανάκι — μύραινα — θωρακικός — σκυτάλη — ροδοπέταλο — εξοδιάζω — υπέρτατος — άρμπουρο — ζεφύρι — πλινθόκτισμα |
|||