|
(-ιδος) η мед. мастоидит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мастоидит? — μαστοειδίτις как с (ново)греческого переводится слово μαστοειδίτις? — мастоидит — ακορντεόν — εφήβαιον — καλοκαίρι — βυθός — μελετημένος — καταστηματάρχισσα — γρουσουζλαμάς — κανναβόπανο — δαμαλάκι — οινοπότις — ιδές — καλλιστείο — συννεφιάζω — γλυκαναλατιά — μελομανία — αφακέλλωτος — σπασμολυτικός — εμφανιστής — γαλήνη — αρτιβαφής — πορτέλλο |
|||