|
безденежный, бедный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово безденежный? — αχρήματος как на (ново)греческом будет слово бедный? — αχρήματος как с (ново)греческого переводится слово αχρήματος? — безденежный, бедный — βρόχισις — φραγκοκάρδαμο — εκπνευστικός — πυρηνελαιουργία — αεροκοπανίζω — ψαροβότανο — αδένας — αυτοτιμωρούμαι — εισέφρησα — αραχνοϋφαίνω — οίος — αναφανδόν — καθιστώ — ρουλέττα — καλοζωία — χρυσαφής — ανδηρον — εξωδερμικός — αμπελοφυτεία — πρωθυπουργικός — αλαφρόπετρα |
|||