|
αόρ. от αίρω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ήρθην? — — διακλήρωση — λαοκρισία — γούπα — ενοικιαστήριος — μονογράφω — έλαση — υπενωμοτάρχης — ξεκουτιαίνομαι — αμπελίδα — μπόγος — εξουθενίζω — ρουσφέτι — σπάραχνα — διακράτηση — εγκαιρόττιτα — βόας — συμφιλιώ — ξεπάγωμα — αηδονόλαλος — αποκρυπτογραφούμαι — σκεπαστά |
|||