|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανομοιομερώς? — — συσπείρωση — τηλεφωνογράφημα — αντίποινο — ξαναστέλνω — δώ — βεβηλωμένος — βωλί — εγχέλιον — ποδιά — ασφαλτώνω — διοριστός — δαφνώδης — ζυμωτό — ανασταλτός — κοιλιακά — ψεκαστήρας — σοροπιάζω — αχρύσωτος — δήθεν — πτωχικόν — προτεκτοράτο |
|||