|
ο меняла #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меняла? — αργυραμοιβός как с (ново)греческого переводится слово αργυραμοιβός? — меняла — βελάδα — βερίκουκκο — αιμοφορία — γαλακτοφάγος — μύτη — μεταςουργείο — βιβλικός — ανόργωτος — δηλονότι — καρδιογραφικός — μονογραφή — ομοιογενοποιούμαι — παραμικρός — χαρτογραφικός — στεγνωτήρας — χυμώ — όξος — επαιτεία — μπερλίνα — σηροτρόφος — ενοφθαλμίζομαι |
|||