Новогреческий словарь
μετρητικός
μετρητικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μετρητικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεσακός
—
χρονοφωτογραφία
—
θαμπόγυαλο
—
καταστηματάρχισσα
—
προβατίνα
—
κακόγουστα
—
ποτό
—
αλέρωτος
—
τσάρλεστον
—
επιστάτρια
—
ανεμοφράκτης
—
παραμονεύω
—
δραχμοφονιάς
—
κομματισμός
—
πολύωρος
—
όρτυξ
—
σκληροπυρηνικός
—
κατεργάζομαι
—
πολυγραφότατος
—
επικηρύσσω
—
μαζορέτα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве