|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπιστεριά? — — οργανολογία — ρυμοτομικός — πρωτοβγαίνω — δρέπω — διαβάζομαι — καταναλώνω — διγένεια — αχτιδοβόλος — απορροφώ — τσιουκάνι — συμπυροβόληση — ατράνταγος — καταμουσκεύω — εκκοπεύς — σπαγγοραμμένος — καλακούω — αγγελοσκιάζω — παραδειγματικός — μαγαζί — αγγονός — βίσεχτος |
|||