|
неразграбленный, нерасхищенный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неразграбленный? — αλεηλάτητος как на (ново)греческом будет слово нерасхищенный? — αλεηλάτητος как с (ново)греческого переводится слово αλεηλάτητος? — неразграбленный, нерасхищенный — αεριοταμιευτήρας — πετσετοθήκη — καίτοι — καθαρισμός — πολυμερισμός — σιδεροδέσμιος — κλεψίτυπο — ανθοφυία — αδελφομοίρι — εθνοτικός — υποδερμικός — περιστερήσιος — εφσλτήριον — ασυμβίβαστος — ναυαρχία — μαρμαρυγή — πρότακτος — μαννεκέν — κρυψίγαμος — δομαλιστήριον — βιβλιοπωλείο |
|||